ловкач - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

ловкач - translation to πορτογαλικά


ловкач      
espertalhão (m)
pássaro         
  • Siringe de ''Xenicus longipes.'' A: vista de frente; B: vista de trás
  • miniaturadaimagem
  • Fêmea de ''Phoenicurus ochruros'' cuidando de sua ninhada.
  • Estágios do comportamento de corte de ''Lanius collurio.''
  • Fóssil de ''Resoviaornis jamrozi.''
ORDEM DE AVES
Pássaro; Passariformes; Passariforme; Passeriforme; Passáros; Aves passeriformes; Ave passeriforme; Pássaros; Passarídeos
птица, (перен.) хитрец, ловкач
finório      
хитрый, изворотливый, хитрец, ловкач

Ορισμός

ловкач
ЛОВК'АЧ, ловкача, ·муж. (·разг. ·фам. ). Ловкий, предприимчивый человек, умеющий хорошо устраивать свои дела. "Народ тут ловкий, ловкач на ловкаче." Чехов.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για ловкач
1. Кроме этого ловкач поменял опись уголовного дела.
2. Цыганистый сказал: - Ай да ловкач, ай да молодец!
3. Первый раз ловкач увел "Порше '11" из автосалона.
4. По их сведениям, ловкач обаял не одну клиентку сайта знакомств.
5. Понимая, что попался с поличным, ловкач форточник не стал отпираться.